-
1 Πυθοῖ
A at Pytho or Delphi, Pi.O.7.10, P.11.49, Simon. 153, E.Fr. 923, Ar.Lys. 1131, Th.5.18, Pl.Ly. 205c, etc.2 to Pytho or Delphi,Πυθοῖ καὶ Ὀλυμπίαζε Plu.Demetr.11
.—The trisyll. form Πυθόϊ is cited by Choerob. in Theod.1.310 H. from Pi., cf. I.7 (6).51. -
2 κλυτό-μαντις
κλυτό-μαντις, εως, ὁ, berühmter Seher; Pytho, Pind. frg. 60.
-
3 Πῡθαΐζω
-
4 Πυθοί
-
5 Πυθοῖ
-
6 Πυθώθεν
-
7 Πυθῶθεν
-
8 Πυθόθεν
Πυθόθενfrom Pytho: indeclform (adverb) -
9 Πυθώδ'
Πῡθώδε, Πυθώδεto Pytho: indeclform (adverb) -
10 Πυθώδε
Πῡθώδε, Πυθώδεto Pytho: indeclform (adverb) -
11 ἔτας
1 kinsman ἦλθον ἔταις ἀμαχανίαν ἀλέξων τεοῖσιν ἐμαῖς τε τιμαῖς ( ἕταις Π, cf. Latte, Hermes, 1931, 34: i. e. the kinsmen of Pytho, viz. the Delphians.) Pae. 6.10 -
12 Πυθώ
1 Delphi, PythoὈλυμπίᾳ Πυθοῖ τε νικώντεσσιν O. 7.10
Πυθοῖ τ' ἔχει σταδίου τιμὰν O. 13.37
Ἀπόλλων ἅ τε Πυθὼ P. 4.66
ἀλλά με Πυθώ τε καὶ τὸ Πελινναῖον ἀπύει P. 10.4
Ὀλυμπίᾳ Πυθοῖ τε P. 11.49
πόρε, Λοξία, τεαῖσιν ἁμίλλαισιν εὐανθέα καὶ Πυθόι στέφανον I. 7.51
χρυσέα κλυτόμαντι Πυθοῖ Pae. 6.2
Π]υθόι τε[ (supp. Lobel) P. Oxy. 2442, fr. 51. test., Σ Aesch., Eum. 2, Πίνδαρός φησι πρὸς βίαν κρατῆσαι Πυθοῦς τὸν Ἀπόλλωνα, διὸ καὶ ταρταρῶσαι ἐζήτει αὐτὸν ἡ Γῆ fr. 55. - ῶθεν, from the Pythian festival, εἴη μιν ἔτι καὶ Πυθῶθεν Ὀλυμπιάδων τ' ἐξαιρέτοις Ἀλφεοῦ ἔρνεσι φράξαι χεῖρα (Pauw: Πυθόθεν codd.) I. 1.65 -
13 Πυθών
1 Pytho, Delphiἐν δὲ Πυθῶνι χρησθὲν παλαίφατον τέλεσσεν O. 2.39
Ὀλυμπίᾳ μὲν Πυθῶνι δὲ Ἰσθμοῖ τε O. 2.49
πετραέσσας ἐκ Πυθῶνος O. 6.48
Ὀλυμπίᾳ στεφανωσάμενος καὶ δὶς ἐκ Πυθῶνος O. 12.18
ἐν δ' ἄρα μηλοδόκῳ Πυθῶνι P. 3.27
Λατοίδαισιν Πυθῶνί τ P. 4.3
Πυθῶνι δίᾳ P. 7.11
Πυθῶνος ἐν γυάλοις P. 8.63
ἐν Πυθῶνι ἀγαθέᾳ P. 9.71
ὄφρα Θέμιν ἱερὰν Πυθῶνά τε καὶ ὀρθοδίκαν γᾶς ὀμφαλὸν κελαδήσετ P. 11.9
δέξαι στεφάνωμα τόδ' ἐκ Πυθῶνος P. 12.5
ἐν ἀγαθέᾳ Πυθῶνι κράτησεν N. 6.35
ματέρι καὶ διδύμοις παίδεσσιν αὐδὰν μανύει Πυθῶνος αἰπεινᾶς ὁμοκλάροις ἐπόπταις N. 9.5
ἐκράτησε δὲ καί ποθ' Ἕλλανα στρατὸν Πυθῶνι N. 10.25
ἐν Πυθῶνι πειρᾶσθαι καὶ Ὀλυμπίᾳ ἀέθλων N. 11.23
-ῶνάδε, ἀλλ' ὁ μὲν Πυθῶνάδ ᾤχετ ἰών O. 6.37
πτερόεντα δ' ἵει γλυκὺν Πυθῶνάδ ὀιστόν O. 9.12
- ωνό-θεν, ἔχοντα Πυθωνόθεν τὸ καλλίνικον λυτήριον δαπανᾶν μέλος χαρίεν P. 5.105
Πυ]θωνόθ[εν Pae. 6.72
-
14 τεός
τεός (-ός, -ῷ, -όν, -οῖς(ιν); -ᾷ, -άν, τεάν, -αί, -αις(ι), -αῖσιν, τεαῖσιν; -όν nom., acc., - οῖς: c. art., O. 5.11, P. 8.33, P. 11.41, I. 1.1, I. 1.58)1 your (s.)a addressing gods, heroes, simm.Ζεῦ, τεαὶ γὰρ ὧραι O. 4.1
Παλλάς, ἀείδει μὲν ἄλσος ἁγνὸν τὸ τεόν O. 5.11
Αἶαν, τεόν τ' ἐν δαιτί, Ἰλιάδα, νικῶν ἐπεστεφάνωσε βωμόν ( Αἰάντειόν τ' ἐν codd., corr. Hermann) O. 9.112 γέρας ἀμφέβαλε τεαῖσιν κόμαις (of Cyrene) P. 5.31Ἄπολλον, τεᾷ, Καρνήἰ, ἐν δαιτὶ P. 5.79
Ἄπολλον, τεὸν δόμον (Wil.: τεόν τε δόμον codd.) P. 7.10 ὁ μέν που τεοῖς τε μήδεσι τοῦτ' ἔπραξεν (Tricl.: τεοῖσι codd.: of Apollo) P. 10.11 τεὰν κατ' αἶσαν (of the Muse) N. 3.15Ζεῦ, τεὸν γὰρ αἷμα, σέο δ' ἀγὼν N. 3.65
τεὰν ἀδελφεὰν ἐλάχομεν ἀγλαόγυιον Ἥβαν (of Eleithuia) N. 7.4ἔργμασιν ἐπιστατεῖ, Αἴγινα, τεῶν Διός τ' ἐκγόνων N. 7.50
ἐν τεμένεσσι δόμον ἔχει τεοῖς (of Herakles) N. 7.94Ἑστία, εὖ μὲν Ἀρισταγόραν δέξαι τεὸν ἐς θάλαμον N. 11.3
μᾶτερ ἐμά, τὸ τεόν, χρύσασπι Θήβα, πρᾶγμα καὶ ἀσχολίας ὑπέρτερον θήσομαι I. 1.1
Πρωτεσίλα, τὸ τεὸν δ' ἀνδρῶν Ἀχαιῶν ἐν Φυλάκᾳ τέμενος συμβάλλομαι I. 1.58
διὰ τεάν, ὤνασσα, τιμὰν (of Theia) I. 5.6 τίνι τῶν πάρος, ὦ μάκαιρα Θήβα, καλῶν ἐπιχωρίων μάλιστα θυμὸν τεὸν εὔφρανας; I. 7.2 πόρε, Λοξία, τεαῖσιν ἁμίλλαισιν εὐανθέα καὶ Πυθόι στέ-φανον I. 7.50
ἦλθον ἔταις ἀμαχανίαν ἀλέξων τεοῖσιν ἐμαῖς τε τιμαῖς (of Pytho) Πα.. 1. ]τεαν τε[λετ]ὰν μελίζοι (of Dionysos?) Δ. 3.. ὦ Κύπρου δέσποινα, τεὸν δεῦτ' ἐς ἄλσος fr. 122. 18. pro subs., Μοῖσα, τὸ δὲ τεόν, εἰ μισθοῖο συνέθευ παρέχειν φωνὰν ὑπάργυρον, ἄλλοτ' ἄλλᾳ ταρασσέμεν your duty P. 11.41b addressing victorsτεαῖσι μήδεται, Ἱέρων, μερίμναισιν O. 1.106
τεᾶς, Ἁγησίδαμε, πυγμαχίας ἕνεκεν O. 11.12
τεὰ ἀκλεὴς τιμὰ (of Ergoteles) O. 12.13διὰ τεὰν δύναμιν P. 2.20
τεὰν καταιθύσσει μάκαιραν ἑστίαν (of Arkesilas) P. 5.10τεᾷ φρενί P. 5.19
πατρὶ τεῷ, Θρασύβουλε P. 6.15
τὸ δ' ἐν ποσί μοι τράχον ἴτω τεὸν χρέος, ὦ παῖ my debt to you P. 8.33 [ αὖτις ἐγεῖραι καὶ παλαιὰν δόξαν τεῶν προγόνων (codd. contra metr.: ἑῶν Mosch., edd. vulgo: καὶ τεῶν δόξαν παλαιὰν Bergk) P. 9.105]πάτραν ἵν ἀκούομεν, Τιμάσαρχε, τεὰν ἐπινικίοισιν ἀοιδαῖς πρόπολον ἔμμεναι N. 4.78
τεὸς μάτρως ἀγάλλει κείνου ὁμόσπορον ἔθνος, Πυθέα (Mingarelli e Σ: Πυθέας codd.) N. 5.43c in direct speech “ἀμφὶ τεαῖς, ἥρως, χερὸς ἐργασίαις ἁλίσκεται” (of Aiakos) O. 8.42 “ τεὸν οἶκον” (of Pelias) P. 4.151 “ πόσις σπέρμα θνατὸν ματρὶ τεᾷ πελάσαις στᾶξεν ἥρως” (of Polydeukes) N. 10.81d addressing relatives of the victorὦ Μέγα, τὸ δ' αὖτις τεὰν ψυχὰν κομίξαι οὔ μοι δυνατόν N. 8.44
e addressing inanimate objects τεαῖς ῥιπαῖσι κατασχόμενος (of the lyre.) P. 1.9 -
15 περιστέφω
A enwreathe, surround, ;τὴν νησῖδα τοῖς ὅπλοις Plu.Arist.9
;κύκλῳ τὰ τείχη Id.2.245e
; Παρνησὸν π. ἐννέα κύκλοις, of the serpent Pytho, Call.Del.93 :—[voice] Pass., Orph.Fr. 186 : metaph.,ὁ παῖς ἀρετῇ περιστέφεται Aphth.Prog.3
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > περιστέφω
-
16 Πυθικός
A of or for Pytho, Pythian, χρηστήρια, ἑστία, A.Th. 747 (lyr.), E.Andr. 1067;μαντεῖον S.El.32
, Th.2.17;ἆθλα S.El.49
; ; τὸ Π. (sc. χρηστήριον) Id.Eq. 220; Π. αὐλητής, κιθαριστής, IG7.1776 ([place name] Thespiae);νικήσαντα παίδων Πυθικῶν πάλην IGRom.4.244
(Alexandria Troas), cf. 1064.7 ([place name] Cos), Supp.Epigr.3.335.7, al. (Thespiae, ii A.D.).II Πυθικόν, τό, name of a work on tooth- and mouth-washes by Damocrates, Gal.12.889.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > Πυθικός
-
17 Πύθιος
Πύθῐος [ῡ; ῑ metri gr. in h.Ap. 373], α, ον, ([etym.] Πῡθώ) Pythian, i.e. Delphian, epith. of Apollo, l.c., Pi.O.14.11, etc. (Π. alone is f.l. in E. Ion 285); ἐν Πυθίου inA his temple, Th.6.54 (citing Πυθίου ἐν τεμένει from IG12.761), IG22.17.10, prob. in Pl.Grg. 472b; also οἱ Πύθιοι, αἱ Πύθιαι, the gods and goddesses worshipped at Pytho or Delphi, Ar.Th. 332, cf. IG14.2436 ([place name] Massilia).2 = Πυθικός, ἄεθλα, στέφανοι, μαντεύματα, Pi.P.3.73, 10.26, I.7(6).15; (lyr.); ; .II οἱ Πύθιοι, at Sparta, four persons whose office it was to consult the Delphic oracle on affairs of state, Hdt.6.57, X.Lac.15.5, etc.; cf. Πυθία, Πύθια, Πύθιον. -
18 Πυθόθεν
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > Πυθόθεν
-
19 Πυθόμαντις
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > Πυθόμαντις
-
20 Πυθώ
AΠυθοῖ ἔνι πετρηέσσῃ Il.9.405
;Π. ἐν ἠγαθέῃ Od.8.80
, Hes. Th. 499, etc.; of Delphi itself, Pi.P.4.66, 10.4, Hdt.1.54, etc. (Acc. to the legend, derived from the rotting of the serpent, h.Ap. 372.)
- 1
- 2
См. также в других словарях:
Pytho — depressus … Википедия
Pytho depressus — Pytho depressus … Википедия
Pytho kolwensis — Научная классификация промежуточные ранги Домен: … Википедия
Pytho abieticola — Научная классификация промежуточные ранги Домен: … Википедия
pytho — pytho·gen·ic; pytho·ness; pytho·nism; pytho·nis·sa; pytho·nist; … English syllables
Pytho [1] — Pytho, ursprünglich die Gegend in Phokis, in welcher Delphi lag, später auch Name dieser Stadt, bes. das Heiligthum des Delphischen Apollo mit dem Orakel … Pierer's Universal-Lexikon
Pytho [2] — Pytho, Gattung der Düsterkäfer, s.d. e) … Pierer's Universal-Lexikon
Pytho — Pytho, ältester Name von Delphi (s. d.) … Meyers Großes Konversations-Lexikon
PYTHO — urbs Phocidis. Homer. Il. ss. v. 496. quam ἐπιθετικῶς πετρήεςςαν vocat. Unde monendi sumus, errâsse Gerbelium, imo Rhodiginum Caelium, l. 16. c. 19. qui epitheron pro nomine proprio urbis accipiunt. Hinc Pythia festa. Apud Menandr. Pythia et… … Hofmann J. Lexicon universale
ПИФОН, (I) — •Pytho, см. Delphi в статье Phocis … Реальный словарь классических древностей
pythogenic — pytho·gen·ic … English syllables